ΕΓΚΕΦΑΛΙΚΗ ΠΑΡΕΣΗ ΚΑΙ ΛΟΓΟΣ
Ο όρος εγκεφαλική πάρεση χρησιμοποιείται για να καθορίσει μια ομάδα νευρικών διαταραχών που εμφανίζονται από τη βρεφική ή την πρώιμη παιδική ηλικία. Πιο συγκεκριμένα είναι μια ομάδα μόνιμων αλλά μεταβαλλόμενων νευρικών διαταραχών της κίνησης και της στάσης του σώματος.
Άτομα με εγκεφαλική πάρεση αντιμετωπίζουν –εκτός από κινητικές δυσκολίες- και πολλά προβλήματα λόγου και επικοινωνίας. Οι πιο συχνές σχετιζόμενες με το λόγο διαταραχές που παρατηρούνται είναι οι παρακάτω:
● Ανωμαλίες στην κατασκευή των οργάνων ομιλίας. Μπορεί να εμφανίζουν ατελή ανάπτυξη ή/και πλημμελή σύγκλειση των δοντιών, μεγάλη καμάρα σκληρής υπερώας, σχιστίες, δυσπλασία της γλώσσας ή/και της μαλακής υπερώας.
● Πάρεση των μυών των οργάνων ομιλίας. Συγκεκριμένα η γλώσσα και τα χείλη μπορεί να έχουν λάθος ηρεμίας και μειωμένη κινητικότητα.
● Αυξημένη σιελόρροια.
● Δυσκολία στη μάσηση και την κατάποση.
● Διαταραχή της αναπνοής και του συντονισμού αναπνοής και φώνησης.
● Διαταραχή του ρυθμού της ομιλίας.
● Διαταραχές στην κατανόηση του λόγου.
● Διαταραχή της προσοχής και της συγκέντρωσης.
Τα προβλήματα αυτά είναι αναγκαίο να αντιμετωπιστούν όσο το δυνατόν πιο γρήγορα και αποτελεσματικά. Ο λογοθεραπευτής είναι αυτός που θα χειριστεί τις όποιες δυσκολίες αντιμετωπίσουν άτομα με εγκεφαλική πάρεση στο λόγο και την επικοινωνία.